πρόχυμα

πρόχυμα
πρόχυμα
wine that flows from the grape
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • πρόχυμα — ύματος, τὸ, ΜΑ [προχέω] μσν. χυμός που ρέει μερικές φορές από το σταφύλι («πρὶν θλιβῆναι τοὺς βότρυας, τὸ ἐξ αὐτῶν αὐτομάτως ἀποστάζον γλεῡκος, ὅ πρόχυμά τινες καλοῡσι», Γεωπ.) αρχ. 1. λεκάνη για το πλύσιμο τών ποτηριών 2. δοκός οικοδομής που… …   Dictionary of Greek

  • προχυμάτων — πρόχυμα wine that flows from the grape neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προχύματα — πρόχυμα wine that flows from the grape neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”